Στις εκλογές της 5ης Νοεμβρίου, η Αμερική καλείται να διαλέξει μεταξύ της εθνικής ανεξαρτησίας και της παγκοσμιοποίησης, σε μια έντονα πολωμένη πολιτική αρένα.
Εισαγωγη
Στις εκλογές του 2024, η αντιπαράθεση μεταξύ του Ντόναλντ Τραμπ και της Καμάλα Χάρις είναι, όπως υποστηρίζουν πολλοί αναλυτές, περισσότερο από μια απλή πολιτική σύγκρουση. Πρόκειται για μια μάχη μεταξύ δύο αντίθετων κόσμων: του συντηρητικού εθνικισμού που υποστηρίζει ο Τραμπ και της φιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης που εκφράζει η Χάρις και το Δημοκρατικό Κόμμα. Καθώς η χώρα διανύει μια περίοδο θεσμικής αποδυνάμωσης και κοινωνικής πόλωσης, οι επιπτώσεις του αποτελέσματος θα έχουν παγκόσμια εμβέλεια.
Διαβρωση Θεσμων και το Φαινομενο του Βαθεως Κρατους
Οι τελευταίες δεκαετίες έχουν φέρει στο φως μια σειρά από κρίσεις εμπιστοσύνης απέναντι στους αμερικανικούς θεσμούς. Ο όρος «βαθύ κράτος» εκφράζει την ανησυχία για την ύπαρξη αθέατων, παρασκηνιακών δυνάμεων που επιδρούν στις πολιτικές και οικονομικές αποφάσεις. Ο Τραμπ έχει εκφράσει πολλές φορές τις ανησυχίες του, καταγγέλλοντας την ύπαρξη δυνάμεων που χειραγωγούν την πολιτική εξουσία προς όφελος συγκεκριμένων ομάδων.
“Αυτό που πρέπει να καταλάβει ο αμερικανικός λαός είναι ότι κάποιοι έχουν συμφέρον να κρατούν τον έλεγχο πίσω από τις κουρτίνες, για να προστατεύουν τα δικά τους προνόμια”
– Ντόναλντ Τραμπ.
Από την άλλη πλευρά, η Καμάλα Χάρις, συνδεόμενη με το δημοκρατικό κατεστημένο, περιβάλλεται από προσωπικότητες όπως οι Ομπάμα και οι Κλίντον, οι οποίοι για πολλούς αντιπροσωπεύουν την ελίτ που βρίσκεται στον πυρήνα του «βαθέως κράτους». Οι επικριτές της την κατηγορούν ότι είναι επηρεασμένη από αυτές τις δυνάμεις και προωθεί την «woke» ατζέντα, η οποία, όπως υποστηρίζουν, παραπλανά τον κόσμο από τα πραγματικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οι Αμερικανοί πολίτες.
“Η Καμάλα Χάρις, μαζί με το επιτελείο της, δεν αντιπροσωπεύει την Αμερική του λαού, αλλά την Αμερική της ελίτ, που επιδιώκει να επεκτείνει την παγκόσμια κυριαρχία της”
– Τζέικ Χάμιλτον, Πολιτικός Αναλυτής.
Οικονομια: Τραμπ εναντιον Παγκοσμιοποιησης
Ο Ντόναλντ Τραμπ υποστηρίζει μια οικονομική πολιτική που θέτει ως προτεραιότητα τα εθνικά συμφέροντα, ενάντια στην πολιτική παγκοσμιοποίησης των Δημοκρατικών. Κατά τη διάρκεια της προεδρίας του, ο Τραμπ εστίασε στη μείωση της ανεργίας, την ενίσχυση των αμερικανικών βιομηχανιών και τον περιορισμό των εξαρτήσεων από ξένες αγορές. Χαρακτηριστική είναι η απόσυρσή του από εμπορικές συμφωνίες που θεωρούσε επιζήμιες για τους Αμερικανούς εργαζόμενους.
“Κάθε θέση εργασίας που δημιουργούμε στην Αμερική, κάθε επιχείρηση που στηρίζουμε, είναι ένα βήμα για την οικονομική ανεξαρτησία μας”
– Ντόναλντ Τραμπ.
Αντίθετα, η Καμάλα Χάρις, πιστή στην πολιτική της παγκοσμιοποίησης, προωθεί το άνοιγμα των συνόρων και τη συνεργασία με διεθνείς οργανισμούς, υποστηρίζοντας ότι οι ΗΠΑ πρέπει να ενσωματωθούν περισσότερο στη διεθνή κοινότητα. Οι επικριτές της θεωρούν ότι αυτή η στρατηγική οδηγεί σε απώλεια αμερικανικών θέσεων εργασίας και σε οικονομική εξάρτηση από άλλες χώρες.
“Το μέλλον των ΗΠΑ δεν βρίσκεται στην απομόνωση, αλλά στη συνεργασία με τον υπόλοιπο κόσμο, ακόμη κι αν αυτό σημαίνει οικονομικές θυσίες”
– Σάρα Γκούντγουιν, Σύμβουλος Δημοκρατικών.
Η στρατηγική αυτή αντιμετωπίζεται με σκεπτικισμό από μεγάλο μέρος των Αμερικανών που ανησυχούν για την απώλεια θέσεων εργασίας και την εξάρτηση από ξένες οικονομίες.
Μεταναστευση και Κοινωνικη Συνοχη
Η πολιτική του Τραμπ για τη μετανάστευση στηρίζεται στην αυστηρότερη φύλαξη των συνόρων και στον περιορισμό της παράνομης μετανάστευσης. Η προσέγγισή του βασίζεται στην πεποίθηση ότι ο έλεγχος της μετανάστευσης είναι απαραίτητος για την προστασία των αμερικανών πολιτών, τη διατήρηση της εσωτερικής ασφάλειας και την προστασία των αμερικανικών θέσεων εργασίας.
“Δεν είναι θέμα αποξένωσης, αλλά ασφάλειας. Η Αμερική χρειάζεται ελεγχόμενη μετανάστευση, όχι ένα ανοιχτό σύνορο”
– Ντόναλντ Τραμπ.
Αντίθετα, η Χάρις και οι Δημοκρατικοί προωθούν μια πιο ανοιχτή προσέγγιση στη μετανάστευση, υποστηρίζοντας ότι οι μετανάστες προσφέρουν σημαντική βοήθεια στην οικονομία και στηρίζουν το πολυπολιτισμικό ιδεώδες της Αμερικής. Οι επικριτές της, όμως, θεωρούν ότι αυτή η πολιτική υπονομεύει την ασφάλεια των πολιτών και εντείνει τις κοινωνικές εντάσεις.
“Η Αμερική είναι ένας τόπος για όλους, και δεν μπορούμε να αρνηθούμε αυτήν την ευκαιρία σε όσους την αναζητούν”
– Καμάλα Χάρις.
Οι υποστηρικτές του Τραμπ βλέπουν την πολιτική της Χάρις ως μέρος της παγκοσμιοποιητικής ατζέντας, η οποία εστιάζει στην κοινωνική ενσωμάτωση χωρίς να λαμβάνει υπόψη τις ανάγκες και τις ανησυχίες του αμερικανικού λαού.
Διεθνης Πολιτικη: Στρατηγικη Αυτονομια εναντιον Παγκοσμιας Ενσωματωσης
Η εξωτερική πολιτική του Τραμπ χαρακτηρίζεται από στρατηγική αυτονομία και προώθηση των αμερικανικών συμφερόντων σε παγκόσμιο επίπεδο, με το σύνθημα «America First». Η προσέγγιση αυτή επιδιώκει να διασφαλίσει ότι οι ΗΠΑ δεν θα εμπλέκονται σε περιττές διεθνείς συγκρούσεις και θα αποφεύγουν να συμμετέχουν σε πολυεθνικές συμφωνίες που θεωρούνται μη επωφελείς.
“Η Αμερική δεν μπορεί να είναι η αστυνομία του κόσμου. Πρέπει να προστατεύσουμε τα δικά μας συμφέροντα, όχι να αναλαμβάνουμε τα προβλήματα των άλλων”
– Ντόναλντ Τραμπ.
Από την άλλη πλευρά, η Χάρις πιστεύει ότι οι ΗΠΑ πρέπει να διαδραματίζουν έναν ηγετικό ρόλο στις παγκόσμιες υποθέσεις, υποστηρίζοντας την παγκόσμια συνεργασία και τη συμμετοχή των ΗΠΑ σε διεθνείς συνθήκες, όπως η Συμφωνία του Παρισιού για την κλιματική αλλαγή. Η προσέγγισή της εστιάζει στη συνεργασία και την υποστήριξη των διεθνών οργανισμών, κάτι που θεωρείται βασικό στοιχείο της παγκοσμιοποιητικής φιλοσοφίας.
“Η Αμερική δεν μπορεί να είναι απομονωμένη. Πρέπει να δουλέψουμε με άλλες χώρες για να αντιμετωπίσουμε κοινές προκλήσεις, όπως η κλιματική αλλαγή”
– Καμάλα Χάρις.
Αυτή η διάσταση επηρεάζει τις σχέσεις των ΗΠΑ με παραδοσιακούς συμμάχους, με αποτέλεσμα μια μετατόπιση των παγκόσμιων ισορροπιών.
Συμπερασματα
Η εκλογική αναμέτρηση της 5ης Νοεμβρίου αντιπροσωπεύει μια καμπή για την Αμερική. Οι πολιτικές του Τραμπ υποστηρίζουν την οικονομική ανεξαρτησία, την ασφάλεια και την εθνική κυριαρχία, ενώ αντιτίθενται σε ανοιχτές πολιτικές που ενδέχεται να αποδυναμώσουν την αμερικανική κοινωνία. Αντιθέτως, η Χάρις προτείνει μια πιο ανοιχτή κοινωνία, προωθώντας τη συνεργασία και την ενσωμάτωση.
Όποια κι αν είναι η έκβαση, οι συνέπειες αυτής της εκλογής θα γίνουν αισθητές και πέρα από τα αμερικανικά σύνορα, καθορίζοντας την κατεύθυνση που θα ακολουθήσει η υπερδύναμη και η διεθνής πολιτική σκηνή για τα επόμενα χρόνια.